Μόνος κι έρημος στον ρόλο του πυροσβέστη ο επίτροπος Οικονομικών.
Ασθμαίνοντας παρακολουθούσαν οι ηγεσίες της Δύσης τις αγορές να επιτίθενται στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Ήταν αρχές Μαρτίου του 2010, όταν ο Όλι Ρεν, με την Ελλάδα μόνη και ρηγμένη στο καναβάτσο από τις αγορές, μας ευχόταν “καλό κουράγιο Έλληνες”.
Μετά τις καταιγιστικές εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας, είναι η σειρά της Ελλάδας να ευχηθεί “καλό κουράγιο” στον φιλανδό επίτροπο, ο οποίος, μόνος κι έρημος την περασμένη Παρασκευή, ανέλαβε ρόλο πυροσβέστη μιας φωτιάς που καιει πλέον την καρδιά της Ευρώπης, και όχι πια μόνο μια μικρή και συκοφαντημένη γωνιά της.
“Υπάρχουν δεκαετίες που δεν συμβαίνει τίποτε και υπάρχουν βδομάδες που συμβαίνουν δεκαετίες”, έλεγε ο Λένιν. Δεν αποκλείεται η περασμένη εβδομάδα να ήταν μία από αυτές που γεννούν ιστορικές εξελίξεις.
Αν κάποιος τα εξετάσει απομονωμένα, όλα όσα συνέβησαν αυτές τις ημέρες -η επίθεση των αγορών στην καρδιά της Ευρώπης, το ξεπούλημα των μετοχών παγκοσμίως, η στροφή των επενδυτών σε ασφαλή καταφύγια όπως ο χρυσός και το ελβετικό φράγκο, οι φόβοι για επώδυνη περίοδο ύφεσης στις πλούσιες χώρες της Δύσης- έχουν τα δικά τους αίτια.
Για το άλμα του κόστους δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας, που επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση περί επιβίωσης της ευρωζώνης, φταίει το ότι δεν προστατεύονται από τον μηχανισμό διάσωσης, ότι οι πολιτικές ηγεσίες τους είναι αδύναμες και όχι αρκούντως αφοσιωμένες στις μεταρρυθμίσεις, ότι η δημοσιονομική τους κατάσταση κρύβει κινδύνους κτλ.
Για τη μαζική φυγή από τις μετοχές φταίει η κακή ψυχολογία και η αποστροφή ρίσκου των επενδυτών, οι φόβοι για τις συνέπειες μιας οικονομικής ύφεσης ή/και αναδιάρθρωσης για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις. Τα κεφάλαια αυτά κάπου έπρεπε να πάνε, εξ ου και το άλμα του χρυσού και του φράγκου, που θεωρούνται ασφαλείς τοποθετήσεις.
Οι αγορές πετάνε το γάντι
Όμως πίσω από αυτά τα επιμέρους γεγονότα που συνέθεσαν το ψηφιδωτό του πανικού της περασμένης εβδομάδας, κρύβεται ένα βαθύτερο αίτιο: Οι αγορές πιστεύουν ότι παίζουν μόνες τους, καθώς οι ηγεσίες της Δύσης τις παρακολουθούν ασθμαίνοντας. Γιατί να μην το πιστέψουν αυτό, άλλωστε, όταν, για παράδειγμα, η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ δεν έστερξε καν να διακόψει τις διακοπές της στο νότιο Τιρόλο, όταν λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα η Ρώμη φλεγόταν; Αφήνοντας τον επίτροπο Οικονομικών Όλι Ρεν να αναλάβει τον ρόλο της πυρόσβεσης, με τον φιλανδό επίτροπο να παραδέχεται δημοσίως ότι “δεν περίμενα να αντιδράσουν έτσι οι αγορές”;
Για να είναι κανείς δίκαιος με την κ. Μέρκελ, οφείλει να παραδεχθεί ότι, παρά την παροιμιώδη επιφυλακτικότητά της, την τελευταία στιγμή, λίγο πριν από το ρουά ματ των αγορών, έκανε την καρδιά της πέτρα και συναίνεσε σε κινήσεις που γλίτωσαν το ευρώ από τα χειρότερα. Όμως ο ρεαλισμός υπό συνθήκες πειθαναγκασμού ασφαλώς δεν είναι από τα στοιχεία που περιμένουν να δουν οι αγορές για να σταματήσουν να χτυπάνε την ευρωζώνη ή πολύ περισσότερο από εκείνα που μπορούν να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη ή να εκπέμψουν ένα όραμα για το μέλλον.
Η οικονομική ένωση
Σε τελική ανάλυση, το ζήτημα που έρχεται ξανά και ξανά στο προσκήνιο, μετά από κάθε επίθεση των αγορών, μετά από κάθε σύνοδο κορυφής και κάθε “τελική λύση” που δίνουν οι ηγέτες, είναι ένα: Θα αποφασίσει η ευρωζώνη ότι, για να έχει μέλλον η κορωνίδα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η νομισματική ένωση, τα κράτη-μέλη της θα πρέπει να ενωθούν και οικονομικά; Όσο νωρίτερα δοθεί απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα, τόσο ταχύτερα θα δοθεί τέλος στην κρίση.
Η επόμενη ημέρα
Με άλλα λόγια, καθίσταται όλο και πιο φανερό ότι επιστροφή στο status quo ante, οπότε κάθε χώρα δανειζόταν μόνη της από τις αγορές και αποφάσιζε τα της οικονομικής πολιτικής της σχεδόν απερίσπαστη από εξωτερικές επιρροές και επιβολές, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Οι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να συντηρούν αυτό το υβρίδιο νομισματικής άνευ οικονομικής ένωσης επί μία δεκαετία, είναι όμως μάλλον απίθανο, μετά όλα όσα έχουν συμβεί και κυρίως μετά την αποδοχή ότι μια χώρα του ευρώ μπορεί τελικά και να χρεοκοπήσει, να το ξανακάνουν στο μέλλον.
Για τους “συνωμοσιολόγους” αντίμαχους του ευρώ, οι πατέρες της ευρωπαϊκής ενοποίησης τα είχαν προβλέψει όλα αυτά εξαρχής. Εξάλλου έχει αποδειχθεί στην ιστορία των ευρωπαϊκών κοινοτήτων πώς βήμα-βήμα η ενοποίηση βαθαίνει και αποκτά όλο και πιο γερές ρίζες - πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς το άλμα από μια ταπεινή κοινότητα άνθρακα και χάλυβα της δεκαετίας του 1950 στο σύγχρονο θεσμικό οικοδόμημα της ενωμένης Ευρώπης;
Τα “οράματα”
Οι γραφειοκρατικές αρχές της Ευρώπης το λένε πλέον ανοιχτά. Ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ οραματίζεται κοινό υπουργείο Οικονομικών, ενώ ο Όλι Ρεν επανέφερε προ ημερών την πρόταση για την έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου και θα παρουσιάσει σχετικές προτάσεις μετά το καλοκαίρι. Όλο και περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν μαζί τους ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσει το ευρώ.
Το Βερολίνο και το Παρίσι προς το παρόν αντιδρούν. Θεωρούν ότι έτσι θα επιβραβεύεται η ασωτία, φοβούνται τις αντιδράσεις των πολιτών τους, δεν θέλουν να αναλάβουν το αυξημένο κόστος δανεισμού. Όμως στον γαλλογερμανικό άξονα γνωρίζουν επίσης και τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας διευθέτησης. Μιας Ευρώπης, δηλαδή, όπου η δημοσιονομική πολιτική, οι φορολογικοί συντελεστές, οι δημόσιες δαπάνες, οι προσλήψεις θα περάσουν υπό κεντρική διαχείριση σε ένα σύστημα στο οποίο οι δύο μεγάλοι της παρέας θα έχουν πάντα τον πρώτο λόγο. Όπως επίσης μένει να αποδειχθεί αν οι ηγεσίες και οι λαοί των πιο αδύναμων χωρών είναι διατεθειμένοι να εκχωρήσουν αυτές τις εξουσίες.
makedonia
Ασθμαίνοντας παρακολουθούσαν οι ηγεσίες της Δύσης τις αγορές να επιτίθενται στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Ήταν αρχές Μαρτίου του 2010, όταν ο Όλι Ρεν, με την Ελλάδα μόνη και ρηγμένη στο καναβάτσο από τις αγορές, μας ευχόταν “καλό κουράγιο Έλληνες”.
Μετά τις καταιγιστικές εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας, είναι η σειρά της Ελλάδας να ευχηθεί “καλό κουράγιο” στον φιλανδό επίτροπο, ο οποίος, μόνος κι έρημος την περασμένη Παρασκευή, ανέλαβε ρόλο πυροσβέστη μιας φωτιάς που καιει πλέον την καρδιά της Ευρώπης, και όχι πια μόνο μια μικρή και συκοφαντημένη γωνιά της.
“Υπάρχουν δεκαετίες που δεν συμβαίνει τίποτε και υπάρχουν βδομάδες που συμβαίνουν δεκαετίες”, έλεγε ο Λένιν. Δεν αποκλείεται η περασμένη εβδομάδα να ήταν μία από αυτές που γεννούν ιστορικές εξελίξεις.
Αν κάποιος τα εξετάσει απομονωμένα, όλα όσα συνέβησαν αυτές τις ημέρες -η επίθεση των αγορών στην καρδιά της Ευρώπης, το ξεπούλημα των μετοχών παγκοσμίως, η στροφή των επενδυτών σε ασφαλή καταφύγια όπως ο χρυσός και το ελβετικό φράγκο, οι φόβοι για επώδυνη περίοδο ύφεσης στις πλούσιες χώρες της Δύσης- έχουν τα δικά τους αίτια.
Για το άλμα του κόστους δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας, που επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση περί επιβίωσης της ευρωζώνης, φταίει το ότι δεν προστατεύονται από τον μηχανισμό διάσωσης, ότι οι πολιτικές ηγεσίες τους είναι αδύναμες και όχι αρκούντως αφοσιωμένες στις μεταρρυθμίσεις, ότι η δημοσιονομική τους κατάσταση κρύβει κινδύνους κτλ.
Για τη μαζική φυγή από τις μετοχές φταίει η κακή ψυχολογία και η αποστροφή ρίσκου των επενδυτών, οι φόβοι για τις συνέπειες μιας οικονομικής ύφεσης ή/και αναδιάρθρωσης για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις. Τα κεφάλαια αυτά κάπου έπρεπε να πάνε, εξ ου και το άλμα του χρυσού και του φράγκου, που θεωρούνται ασφαλείς τοποθετήσεις.
Οι αγορές πετάνε το γάντι
Όμως πίσω από αυτά τα επιμέρους γεγονότα που συνέθεσαν το ψηφιδωτό του πανικού της περασμένης εβδομάδας, κρύβεται ένα βαθύτερο αίτιο: Οι αγορές πιστεύουν ότι παίζουν μόνες τους, καθώς οι ηγεσίες της Δύσης τις παρακολουθούν ασθμαίνοντας. Γιατί να μην το πιστέψουν αυτό, άλλωστε, όταν, για παράδειγμα, η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ δεν έστερξε καν να διακόψει τις διακοπές της στο νότιο Τιρόλο, όταν λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα η Ρώμη φλεγόταν; Αφήνοντας τον επίτροπο Οικονομικών Όλι Ρεν να αναλάβει τον ρόλο της πυρόσβεσης, με τον φιλανδό επίτροπο να παραδέχεται δημοσίως ότι “δεν περίμενα να αντιδράσουν έτσι οι αγορές”;
Για να είναι κανείς δίκαιος με την κ. Μέρκελ, οφείλει να παραδεχθεί ότι, παρά την παροιμιώδη επιφυλακτικότητά της, την τελευταία στιγμή, λίγο πριν από το ρουά ματ των αγορών, έκανε την καρδιά της πέτρα και συναίνεσε σε κινήσεις που γλίτωσαν το ευρώ από τα χειρότερα. Όμως ο ρεαλισμός υπό συνθήκες πειθαναγκασμού ασφαλώς δεν είναι από τα στοιχεία που περιμένουν να δουν οι αγορές για να σταματήσουν να χτυπάνε την ευρωζώνη ή πολύ περισσότερο από εκείνα που μπορούν να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη ή να εκπέμψουν ένα όραμα για το μέλλον.
Η οικονομική ένωση
Σε τελική ανάλυση, το ζήτημα που έρχεται ξανά και ξανά στο προσκήνιο, μετά από κάθε επίθεση των αγορών, μετά από κάθε σύνοδο κορυφής και κάθε “τελική λύση” που δίνουν οι ηγέτες, είναι ένα: Θα αποφασίσει η ευρωζώνη ότι, για να έχει μέλλον η κορωνίδα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η νομισματική ένωση, τα κράτη-μέλη της θα πρέπει να ενωθούν και οικονομικά; Όσο νωρίτερα δοθεί απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα, τόσο ταχύτερα θα δοθεί τέλος στην κρίση.
Η επόμενη ημέρα
Με άλλα λόγια, καθίσταται όλο και πιο φανερό ότι επιστροφή στο status quo ante, οπότε κάθε χώρα δανειζόταν μόνη της από τις αγορές και αποφάσιζε τα της οικονομικής πολιτικής της σχεδόν απερίσπαστη από εξωτερικές επιρροές και επιβολές, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Οι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να συντηρούν αυτό το υβρίδιο νομισματικής άνευ οικονομικής ένωσης επί μία δεκαετία, είναι όμως μάλλον απίθανο, μετά όλα όσα έχουν συμβεί και κυρίως μετά την αποδοχή ότι μια χώρα του ευρώ μπορεί τελικά και να χρεοκοπήσει, να το ξανακάνουν στο μέλλον.
Για τους “συνωμοσιολόγους” αντίμαχους του ευρώ, οι πατέρες της ευρωπαϊκής ενοποίησης τα είχαν προβλέψει όλα αυτά εξαρχής. Εξάλλου έχει αποδειχθεί στην ιστορία των ευρωπαϊκών κοινοτήτων πώς βήμα-βήμα η ενοποίηση βαθαίνει και αποκτά όλο και πιο γερές ρίζες - πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς το άλμα από μια ταπεινή κοινότητα άνθρακα και χάλυβα της δεκαετίας του 1950 στο σύγχρονο θεσμικό οικοδόμημα της ενωμένης Ευρώπης;
Τα “οράματα”
Οι γραφειοκρατικές αρχές της Ευρώπης το λένε πλέον ανοιχτά. Ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ οραματίζεται κοινό υπουργείο Οικονομικών, ενώ ο Όλι Ρεν επανέφερε προ ημερών την πρόταση για την έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου και θα παρουσιάσει σχετικές προτάσεις μετά το καλοκαίρι. Όλο και περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν μαζί τους ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσει το ευρώ.
Το Βερολίνο και το Παρίσι προς το παρόν αντιδρούν. Θεωρούν ότι έτσι θα επιβραβεύεται η ασωτία, φοβούνται τις αντιδράσεις των πολιτών τους, δεν θέλουν να αναλάβουν το αυξημένο κόστος δανεισμού. Όμως στον γαλλογερμανικό άξονα γνωρίζουν επίσης και τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας διευθέτησης. Μιας Ευρώπης, δηλαδή, όπου η δημοσιονομική πολιτική, οι φορολογικοί συντελεστές, οι δημόσιες δαπάνες, οι προσλήψεις θα περάσουν υπό κεντρική διαχείριση σε ένα σύστημα στο οποίο οι δύο μεγάλοι της παρέας θα έχουν πάντα τον πρώτο λόγο. Όπως επίσης μένει να αποδειχθεί αν οι ηγεσίες και οι λαοί των πιο αδύναμων χωρών είναι διατεθειμένοι να εκχωρήσουν αυτές τις εξουσίες.
makedonia

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου